ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 21
Του Κων/νου Β. Παυλάκου,
π. Σχολικού Συμβούλου Φιλολόγων
·
«Παιγνίδια
(=μουσικά όργανα), ταμπουράδες, πηδήματα, χορούς, τραγούδια ηρωικά.
Τα τραγούδια τα έκαμναν οι χωριάτες, οι στραβοί με ταις λύραις. Τα τραγούδια
ήσαν ύμνοι, εφημερίδες στρατιωτικαίς» [Απομνημονεύματα Θ.
Κολοκοτρώνη]
·
«Πατρίς
μου, μη το λησμονήσης,
ότι τραγούδι και σπαθί σ’ εκάνανε
ως τώρα, μ’ όλα του κόσμου τα στοιχειά
μονάχη να νικήσης» [Κωστής Παλαμάς]
1)
Όλη δόξα (εμβατήριο)
Όλη δόξα, όλη χάρη,
άγια μέρα ξημερώνει
και τη μνήμη σου το Έθνος
χαιρετά γονατιστό.
Και τα στήθη σου όλο φλόγα
με τον ήλιο σου πυρώνεις,
που χρυσός με περηφάνεια
περπατεί στον ουρανό.
Στην Αγία Λαύρα πρώτα
τις χρυσές ακτίνες χύνει,
που λεβέντες πρωτανάψαν
του πολέμου τη φωτιά.
Ομορφιά και δόξα χύνει
όπου γη αιματωμένη
απ’ το τιμημένο αίμα των
παιδιών της κλεφτουριάς.
Τ’ άγιο χώμα χαιρετάει
και περήφανα διαβαίνει
από τα Ψαρά στο Σούλι
και στο Χάνι της Γραβιάς.
2)
Ο Θούριος του Ρήγα
[Τραγουδά ο Νίκος Ξυλούρης]
Ώς πότε παλληκάρια να ζούμε στα στενά,
Mονάχοι σαν λιοντάρια, στες ράχες στα βουνά;
σπηλιές να κατοικούμεν, να βλέπωμεν κλαδιά,
να φεύγωμ' απ' τον κόσμον, για την πικρή σκλαβιά;
Nα χάνωμεν αδέλφια, Πατρίδα, και Γονείς,
τους φίλους, τα παιδιά μας, κι όλους τους συγγενείς;
Κάλλιο ’ναι μίας ώρας ελεύθερη ζωή,
παρά σαράντα χρόνοι σκλαβιά, και φυλακή!
3)
Χαρά που τόχουν τα βουνά
[Τραγουδά ο
Γεράσιμος Φραγκαναστάσης]
Χαρά που το ’χουν τα βουνά, τα κάστρα περηφάνεια, γιατί γιορτάζ’ η Παναγιά,
γιορτάζει κι η Πατρίδα,
σαν βλέπουν διάκους με σπαθιά, παπάδες με ντουφέκια,
σαν βλέπουν και τον Γερμανό, της Πάτρας το Δεσπότη,
για να βλογάει τ’ άρματα, να ευχιέται τους λεβέντες.
4)
Ξύπνα πουλί μου το πρωί, Κλέφτικο
[Τραγουδά ο Χαράλαμπος Λουκόπουλος]
Ξύπνα, πουλί μου, το πρωί
κι ανέβα στο κλαράκι.
Και μη λαλείς, πουλί μ’ παράωρα,
ώρα του μεσονύχτου• δείχνεις
σημάδια, πουλί μου, των Κλεφτών.
--
Αέρας τα φυσάει τα πλατανόφυλλα,
θεός να τα φυλάει τα λεβεντόπαιδα.
5)
Τζαβέλαινα
[τραγουδά η Γεωργία
Μητάκη]
Ωρέ, κορίτσια από τα Γιάννενα,
γριά Τζαβέλαινα, νυφάδες απ’ το Σούλι,
το Σούλι θα χαρατσωθεί.
Το Σούλι θα χαρατσωθεί, χαράτσι θα πληρώσει.
Τζαβέλαινα σαν τ’ άκουσε, γριά Τζαβέλαινα,
πολύ της βαροοφάνη,
παίρνει και ζώνει τ’ άρματα.
6)
Τίποτα δεν εζήλεψα
[τσάμικο από τη χορωδία του Σίμωνος Καρά]
Τίποτα δεν εζήλεψα μεσ’ στον απάνω κόσμο,
παρά το κλέφτικο σπαθί, το κλέφτικο ντουφέκι.
Λάμπουν τα χιόνια στα βουνά και τα νερά στους κάμπους,
λάμπουν και τα χρυσά σπαθιά των Κολοκοτρωναίων.
7)
Την αγαπώ τη λεβεντιά, τσάμικο
[τραγουδά ο Παναγιώτης Μυλωνάς]
Την αγαπώ, Γιώργη μ’, τη λεβεντιά,
κλέφτης θα πάω να γίνω.
Κι αν με σκοτώσουν τ’ ορφανό, ποιον έχω να με κλάψει;
Σε κλαίω ’γώ, Γιώργη μ’, από κρυφά, κρυφά από τους γειτόνους
με τα μαλάκια ξέπλεκα στους ώμους απλωμένα.
8)
Χορεύει ο Ανδρούτσος στη Γραβιά
[τραγουδά ο Πάνος Κοσμέτος]
Χορεύουν και αντίλαλος στα κορφοβούνια φτάνει,
σέρνει ο Ανδρούτσος το χορό μες στης Γραβιάς το Χάνι.
Χορεύουνε και πολεμούν, λεβέντες λεοντάρια
της Ρούμελης και του Μοριά, του κόσμου παλληκάρια.
Χορεύει ο Ανδρούτσος στη Γραβιά και ο ντουνιάς το ξέρει
και με τη μάνα Ελλάδα μας χορεύει χέρι-χέρι.
9)
Τρείς μαυροφόρες κάθονταν στου Πάρνωνα τη ράχη.
[τσάμικο, τραγουδά ο
Αργύρης Φαρλέκας]
[Η υπόθεση του
τραγουδιού: Τον Σεπτέμβριο του 1825, κατά την διάρκεια της επέλασης του Ιμπραήμ
πασά, οι κάτοικοι του Βρονταμά Λακωνίας (περίπου 400), υπό τον ιερέα
Δημήτρη Παπαδημητρίου και τον οπλαρχηγό Γιαννάκη Καραμπά ταμπουρώθηκαν στην
μονή Παλαιομονάστηρου αρνούμενοι να παραδοθούν στους Οθωμανούς.
Αδυνατώντας οι αλλόθρησκοι να καταλάβουν το μοναστήρι, ανατίναξαν το λόφο που
ήταν και η οροφή του μοναστηριού και έκαψαν ζωντανούς όλους τους έγκλειστους].
Τρείς μαυροφόρες κάθονταν στου
Πάρνωνα τη ράχη.
Τους Βρονταμίτες κλαίγανε κι οι πέτρες εραγίζαν,
που οι εχθροί τούς καίγανε κι αυτοί πανηγυρίζαν.
10)
Κολοκοτρώνης φώναξε, τσάμικο
[τραγουδά ο Χρήστος
Κοντόπουλος]
Στα Τρίκορφα μεσ’ στην
κορφή
Κολοκοτρώνης εχ’ γιορτή
Κολοκοτρώνης φώναξε και
τον
Μοριά τον τρόμαξε.
Πού ΄σαι και συ Νικηταρά,
πόχουν τα πόδια σου φτερά.
11)
Πλάτανος,
τραγουδά ο Γιώργος Παπασιδέρης
Να ’χε καεί ο πλάτανος
να τού ‘πεφταν τα φύλλα.
Κλάψε με, μάνα, κλάψε με,
ωρέ, για πεθαμένον γράψε με.
Που κρέμασαν το μπόι σου
το μαργαριταρένιο, δεν νταγιαντώ(=υποφέρω, αντέχω)
στον εδικό σου τον καημό.
[Αξιόλογη ιστορική παρατήρηση: Όταν εμβήκα εις την
Τριπολιτσά (Άλωση Τριπολιτσάς, 22 Σεπτ. 1821) με έδειξαν τον πλάτανο εις το
παζάρι όπου εκρέμαγαν τους Έλληνας. Αναστέναξα και είπα, «Άιντε, πόσοι από
το σόγι μου και από το έθνος μου εκρεμάσθησαν εκεί», και διέταξα
και τον έκοψαν. (Απομνημονεύματα Κολοκοτρώνη, σελ. 107).
12)
Λάμπει ο ήλιος στα βουνά
[τραγουδά ο πατήρ Χρήστος Κυριακόπουλος
Λάμπει ο ήλιος στα βουνά,
λάμπει και στα λαγκάδια,
έτσι λάμπει κι η Κλεφτουργιά, το δόλιο Λιμποβίσι.
Εκεί ειν’ οι Κλέφτες οι πολλοί, οι Κολοκοτρωναίοι, με τα χρυσά τους τα
κουμπιά, τις ασημένιες πάλες,
οπού δεν καταδέχονται τη γης για να πατήσουν.
Καβάλα παν’ στην εκκλησιά, καβάλα προσκυνάνε,
καβάλα πήγαν κι έκατσαν στου Αϊ Λια στη ράχη
κι αγνάντεψαν την Τρίπολη κι ακόνισαν τις σπάθες.
13)
Τα Δερβενάκια (τσάμικο)
[τραγουδά
ο Βασίλης Κουρέτας]
Εχθές, προχθές εδιάβαινα από τα Δερβενάκια
κι η στράτα μου είχε κρυβεί απ’ τα πολλά κοράκια.
Κάθε πουλί εβάσταγε κι ενός πασά κεφάλι.
Πιο πέρα ο Νικηταράς τάμπουρο είχε βάλει.
Είδα ταμπούρια τέσσερα, τα είδα στολισμένα
με δάφνες και βασιλικούς κι από σπαθιά σπασμένα.
14)
Έχε γειά καημένε κόσμε
[τραγουδά
ο Χρήστος Πανούτσος]
Έχε γεια καημένε κόσμε, έχε
γεια γλυκιά ζωή.
Έχετε γεια βρυσούλες, λόγγοι, βουνά, ραχούλες,
Έχετε γεια βρυσούλες και σεις Σουλιωτοπούλες.
Στη στεριά δε ζη το ψάρι, ούτε ανθός
στην αμμουδιά
και οι Σουλιώτισσες δε ζούνε δίχως
την Ελευθεριά.
Έχετε γεια βρυσούλες, λόγγοι, βουνά,
ραχούλες,
Έχετε γεια βρυσούλες και σεις ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΕΣ.
15)
Σήκω απάνω Γιάννο μου (κλέφτικο)
[τραγουδά
ο Γιώργος Παπασιδέρης]
Σήκω σ’ απάνω, Γιάννο
μου, και μη βαριοκοιμάσαι.
Βρέχει ο ουρανός και βρέχεσαι, χιονίζει θα κρυώσεις.
Θα σου βραχούν, Γιάννο μου, τ’ άρματα και τα χρυσά κουμπιά σου και τ’ ασημένιο
Γιάννο μ’ το σπαθί.
[αναφέρεται σε σκοτωμένον
Κλέφτη]
16)
Τί έχουν της Ζίχνας τα βουνά (Νικοτσάρας)
Τί έχουν της Ζίχνας τα
βουνά,
καημένε Νικοτσάρα μου,
και στέκουν μαραμένα,
Νικοτσάρα καπετάνιε;
Ούτε χαλάζι τα βαρεί,
καημένε Νικοτσάρα μου,
ούτε βροχές τα δέρνουν, Νικοτσάρα καπετάνιε.
Ο Νικοτσάρας πολεμάει,
καημένε Νικοτσάρα μου,
μ’ εξήντα βιλαέτια, Νικοτσάρα καπετάνιε.
17)
Χορεύουν τα Κλεφτόπουλα (τσάμικο)
[τραγουδά
ο Ι. Παναγιωτόπουλος, κλαρίνο Νικ. Ρέλλιας]
Χορεύουν τα Κλεφτόπουλα,
γλεντάνε τα καημένα.
Κι ένα μικρό Κλεφτόπουλο δεν παίζει, δεν γελάει.
Μον’ τάρματα τ’ ερώταγε, του ντουφεκιού του λέει:
ντουφέκι, γειά σας παιδιά, ντουφέκι μου περήφανο.
ΚΑΤΑΤΟΠΙΣΗ – ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ
Όταν συναντάς λαμπηδόνες όπως:
Α) α) «Είμαι η Πατρίδα
Πνοές
κι αν πλανάστε σ’ άλλη ζωή, λείψανα κι αν κοιμάστε
σας λειτουργώ στη δόξα μου.
Μακαρισμένοι να ’στε!»
β) «Δεν πάει σε μένα της φλογέρας η φωνή, μια στάλα.
Τα μεγαλόφωνα όργανα
δοξάζουν τα μεγάλα»
γ) «μονάκριβο μεσ’ στη σκλαβιά το κλέφτικο τραγούδι»
[Κ. Παλαμά: Η ΠΑΤΡΙΔΑ
ΣΤΟΥΣ ΝΕΚΡΟΥΣ ΤΗΣ]
Β) «Λίγα χρόνια μετά τον δια
στραγγαλισμού θάνατον του Ρήγα (1798), ένας προεστός, στον Μοριά, τραγουδάει
τον Θούριο του Ρήγα. Περνάει απ’ έξω ένας Τούρκος και ρωτάει έναν άλλο,
να μάθει τί γίνεται μέσα. -Τίποτε του απαντά εκείνος· οι Ρωμιοί τραγουδούν τον ύμνο στην καινούργια
Παναγία τους, που την λεν Ελευθερία»
[Κ.Θ. Δημαράς: Ιστορία της Νεοελληνικής
Λογοτεχνίας, Δ΄ Έκδοση, ΙΚΑΡΟΣ 1968, σελ. 175]
Όταν,
λοιπόν, συναντάς τέτοιες λαμπηδόνες και πνευματικά διαμάντια,
νιώθεις στοιχειώδη υποχρέωση να δημοσιεύσεις κάποια – καρπός πολυετούς
εντρυφήσεως – από τα αθάνατα Δημοτικά τραγούδια που σχετίζονται πραγματικά
με το πνεύμα της Εθνεγερσίας του 1821 (διαθέτω πολύ περισσότερα εξίσου
αξιόλογα).
Αυτά
τα τραγούδια ν’ ακούγονται – οι εθνικές επέτειοι παιδαγωγούν και τονώνουν το
ηθικό του Λαού – κι όχι (υπήρξα αυτήκοος μάρτυς το 2022) «Τ’
αρμέξανε τα πρόβατα» (!!!)
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.