Επιστολή Κουρέτα στην Αποκεντρωμένη για τη μονάδα οστρακοκαλλιέργειας στη Δημοτική Ενότητα Στομίου
«Αδύνατη η αδειοδότηση – παραβιάζει διατάξεις της Ε.Ε.»
Επιστολή προς την Αποκεντρωμένη Διοίκηση Θεσσαλίας Στ. Ελλάδος απέστειλε ο Περιφερειάρχης Θεσσαλίας Δ. Κουρέτας, σχετικά με το θέμα της πιθανής αδειοδότησης μονάδος οστρακοκαλλιέργειας στην Περιοχή Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών Στομίου. Στην επιστολή του ο Περιφερειάρχης σημειώνει πως δεν είναι δυνατή η αδειοδότησης τέτοιας μονάδος στην περιοχή, αφού δεν εκπληρώνονται οι προϋποθέσεις που θέτει η νομοθεσία της ΕΕ, ενώ καλεί την Αποκεντρωμένη Διοίκηση να ξεκινήσει τη διαδικασία καθορισμού Περιοχών Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδαατοκαλλιεργειών εντός της ΠΑΥ ΣΤΟΜΙΟΥ, σύμφωνα με τις προβλέψεις του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις υδατοκαλλιέργειες.
Πιο συγκεκριμένα ο κ. Κουρέτας τεκμηριώνοντας τη θέση αυτή,
σημειώνει στην επιστολή του:
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης
Συμφωνίας μια στρατηγική και μακρόχρονη προσέγγιση για τη βιώσιμη ανάπτυξη της
υδατοκαλλιέργειας στην ΕΕ είναι σήμερα πιο επίκαιρη από ποτέ. Δύο είναι οι
βασικές προϋποθέσεις για την ανάπτυξη αυτή: η πρόσβαση σε χώρο και ύδατα και
ένα διαφανές και αποτελεσματικό κανονιστικό και διοικητικό πλαίσιο που θα
λαμβάνει υποχρεωτικά υπόψη του την περιβαλλοντική νομοθεσία (Ευρωπαϊκή
Επιτροπή, Στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές για μια πιο βιώσιμη και
ανταγωνιστική υδατοκαλλιέργεια στην ΕΕ για την περίοδο 2021 έως 2030, COM(2021)
236).
Οι υδατοκαλλιέργειες στην Ελλάδα αποτελούν ένα δυναμικό
κλάδο της οικονομίας που είναι προσανατολισμένος στις εξαγωγές και για το λόγο
αυτό η διοίκηση πρέπει να αίρει τα πιθανά εμπόδια. Ωστόσο, θα πρέπει να
ιδρύονται και να λειτουργούν σε ένα πλαίσιο όπως αυτό που περιγράφεται από την
Ευρωπαϊκή Επιτροπή (βλ., το ως άνω κείμενο).
Στις ρυθμίσεις του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού
και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις υδατοκαλλιέργειες και της στρατηγικής μελέτης
περιβαλλοντικών επιπτώσεων αυτού (αριθμ. 31722/4-11-2011 (ΦΕΚ Β 2505/4.11.2011)
προβλέπεται, μεταξύ άλλων, ο καθορισμός των περιοχών για την ανάπτυξη τους.
Ορίζονται συγκεκριμένα τα εξής:
Προσδιορίζονται οι ευρύτερες θαλάσσιες περιοχές που είναι
κατάλληλες για τη χωροθέτηση υδατοκαλλιεργητικών μονάδων. Είναι οι λεγόμενες
Περιοχές Ανάπτυξης
Υδατοκαλλιεργειών (ΠΑΥ). Αυτές οι ΠΑΥ περιλαμβάνονται στο
παράρτημα του ΕΠΧΣΑΑ για τις υδατοκαλλιέργειες στον πίνακα άριθ. 1. Η περιοχή
που μας αφορά είναι η υπ’αριθ. Β.9 στο Στόμιο με κύρια υδατοκαλλιεργητική
δραστηριότητα την οστρακοκαλλιέργεια.
Σύμφωνα με το ΕΠΧΣΑΑ για τις υδατοκαλλιέργειες, εντός των
ΠΑΥ χωροθετούνται είτε οι ΠΟΑΥ είτε οι περιοχές άτυπης συγκέντρωσης μονάδων
(ΠΑΣΜ). Οι ΠΟΑΥ αποτελούν τον κεντρικό πυρήνα του ΕΠΧΣΑΑ για τις
υδατοκαλλιέργειες, θεσπίζονται αποκλειστικά και οριοθετούνται με προεδρικό
διάταγμα. Οι προταθείσες ΠΟΑΥ σε εθνικό επίπεδο περιλαμβάνονται στον πίνακα 2
του ΕΠΧΣΑΑ για τις υδατοκαλλιέργειες. Ωστόσο, σύμφωνα με το Υπουργείο Αγροτικής
Ανάπτυξης, από τις 25 προταθείσες ΠΟΑΥ έχουν εγκριθεί μόνο 7 ΠΟΑΥ παρά το ότι
παρήλθαν ήδη δεκατρία έτη από την έκδοση του ΕΠΧΣΑΑ.. Επιπλέον, δεν έχει
προταθεί ακόμη ΠΟΑΥ για την ΠΑΥ ΣΤΟΜΙΟΥ.
Η πιο σημαντική παράμετρος καθορισμού ΠΟΑΥ έχει να κάνει με
την στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση. Όπως γνωρίζετε, για να εγκριθεί μια
ΠΟΑΥ απαιτείται περιβαλλοντική αδειοδότηση με βάση την οδηγία 2001/42 για τη
Στρατηγική Περιβαλλοντική Εκτίμηση (ΣΠΕ). Όπως, επίσης, γνωρίζετε, είναι
εξαιρετικά σημαντικό να αξιολογηθούν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις μιας ΠΟΑΥ
μέσω της Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) διότι από την εν
λόγω αξιολόγηση θα κριθεί αν είναι εφικτή η έγκρισή της, με την έννοια δηλαδή
ότι δεν επιφέρει η έγκριση της ΠΟΑΥ αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον (ύδατα,
ιχθυοπανίδα, οικότοποι κλπ) Να σημειωθεί ότι στην επιστημονική βιβλιογραφία, οι
υδατοκαλλιέργειες συνδέονται με σημαντική επιβάρυνση του περιβάλλοντος (βλ.,
ενδεικτικά, S. Parrtelow et al., Ocean Governance, 2023, ειδικότερα, το
κεφάλαιο 18 για τις υδατοκαλλιέργειες στη Μεσόγειο). Στην περίπτωση που μας
αφορά επειδή δεν έχει προταθεί πολλώ δε μάλλον εγκριθεί ΠΟΑΥ, εκ πρώτης όψεως δεν είναι δυνατή η εγκατάσταση
υδατοκαλλιεργειών στην εν λόγω περιοχή λόγω παράλειψης καθορισμού ΠΟΑΥ.
Όπως γνωρίζετε, βάσει της εθνικής νομοθεσίας (ΕΠΧΣΑΑ), είναι
δυνατή η εγκατάσταση νέων μεμονωμένων μονάδων εντός ΠΑΥ (όπως εν προκειμένω η
ΠΑΥ ΣΤΟΜΙΟΥ) ή εκτός ΠΑΥ, υπό προϋποθέσεις. Ωστόσο, η συγκεκριμένη ρύθμιση
(άρθρο 5 του ΕΠΧΣΑΑ) παραβιάζει την περιβαλλοντική νομοθεσία και συγκεκριμένα
την οδηγία ΣΠΕ, σύμφωνα με την οποία, δεν είναι δυνατή η χωροθέτηση δραστηριοτήτων
εάν προηγουμένως δεν έχει ακολουθηθεί η διαδικασία της οδηγίας ΣΠΕ και δεν έχει
εγκριθεί το ευρύτερο σχέδιο ανάπτυξης των υδατοκαλλιεργειών δηλαδή οι ΠΟΑΥ.
Επομένως, η άδεια ίδρυσης μονάδας υδατοκαλλιέργειας χωρίς την προηγούμενη
έγκριση και οριοθέτηση ΠΟΑΥ εντός της ΠΑΥ ΣΤΟΜΙΟΥ παραβιάζει την οδηγία 2001/42
για τη ΣΠΕ
Επειδή, περαιτέρω, υπάρχει παράβαση της οδηγίας 2014/89 για
τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό. Στην εν λόγω οδηγία προβλέπονται λεπτομερείς
ρυθμίσεις για τις οικονομικές δραστηριότητες που αναπτύσσονται στα θαλάσσια
χωρικά ύδατα των κρατών μελών. Χωροθετούνται δηλαδή σε κάθε συγκεκριμένη
θαλάσσια περιοχή οι δραστηριότητες (θαλάσσιες μεταφορές, εγκατάσταση υπόγειων
καλωδίων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, υδατοκαλλιέργειες, αλιεία κλπ). Η
οδηγία απαιτεί από τα Κράτη Μέλη (ΚΜ) να καταρτίσουν θαλάσσια χωροταξικά σχέδια
το αργότερο έως τις 31 Μαρτίου 2021. Δυστυχώς η Ελλάδα δεν κατάρτισε ακόμη
τέτοια σχέδια και για το λόγο αυτό η Επιτροπή στις 21 Δεκεμβρίου 2023 παρέπεμψε
τη χώρα μας στο Δικαστήριο της ΕΕ [INFR (2021) 2226)].
Ειδικότερα, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ανάπτυξη
υδατοκαλλιεργειών έχει ως απαραίτητη προϋπόθεση τη θέσπιση θαλάσσιου
χωροταξικού σχεδιασμού. Βάση του εν λόγω χωροταξικού σχεδιασμού αποτελεί ο
καθορισμός περιοχών κατάλληλων για υδατοκαλλιέργεια μέσω διαδικασίας που
αρχίζει με τη χαρτογράφηση υφιστάμενων και δυνητικών περιοχών. Ο εντοπισμός
αυτών των περιοχών στηρίζεται στην αξιολόγηση των επιπτώσεων στο οικοσύστημα,
μέσω της ΣΜΠΕ και στην αξιολόγηση των επιπτώσεων στην ποιότητα των υδάτων, μέσω
της διαδικασίας που προβλέπεται στην οδηγία 2000/60 για τα ύδατα (βλ., το
ανωτέρω κείμενο της Επιτροπής, κεφάλαιο 2.1.1.) Κατά συνέπεια, η μη θέσπιση
θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού δεν επιτρέπει να εκδοθεί άδεια ίδρυσης μονάδας
υδατοκαλλιέργειας.
Επειδή, επίσης, η μη θέσπιση ΠΟΑΥ ή και η μεμονωμένη
χωροθέτηση σε θαλάσσιο χώρο που δεν έχει οριοθετηθεί ως ΠΟΑΥ παραβιάζουν την
οδηγία 2008/56 για τη
θαλάσσια στρατηγική (προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος).
Στην εν λόγω οδηγία προβλέπεται ότι κάθε ΚΜ θα πρέπει να λαμβάνει μέτρα για τη
διατήρηση του θαλάσσιου περιβάλλοντος σε καλή κατάσταση. Για να γίνει αυτό
απαιτείται να υπάρξει αξιολόγηση της περιβαλλοντικής κατάστασης των υδάτων και
των βυθών που έχει να κάνει, εκτός των άλλων, με τις πιέσεις που ασκούνται σε
αυτό από θαλάσσιες δραστηριότητες, μεταξύ των οποίων είναι οι
υδατοκαλλιέργειες. Στο βαθμό που δεν έχει υπάρξει μια τέτοια αξιολόγηση για τη
συγκεκριμένη περιοχή δεν είναι δυνατόν να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα, πολλώ δε
μάλλον που η εγκατάσταση υδατοκαλλιεργειών συνιστά αναντίρρητα μια τέτοια
σημαντική πίεση στο περιβάλλον. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο σήμερα, σε
συνθήκες κλιματικής αλλαγής, όπου οι επιπτώσεις της στο θαλάσσιο περιβάλλον
είναι πολύ σημαντικές, όπως είναι η οξίνιση, η μείωση των οικοσυστημικών
υπηρεσιών, η άνοδος της στάθμης της θάλασσας κλπ (Βλ., το ως άνω κείμενο της
Επιτροπής, κεφ.2.1.4.). Ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατή η έκδοση άδειας ίδρυσης
μονάδας υδατοκαλλιέργειας στην ευρύτερη ΠΟΥ ΣΤΟΜΙΟΥ διότι παραβιάζει την εν
λόγω οδηγία 2008/56 για τη θαλάσσια στρατηγική καθόσον δεν υπήρξε αξιολόγηση
σχετικά με την περιβαλλοντική κατάσταση των υδάτων και των βυθών.
Επειδή, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν παραπάνω καταδεικνύεται
ότι το ΕΠΧΣΑΑ για τις υδατοκαλλιέργειες, το οποίο αποτελεί τη βάση για τον
καθορισμό των περιοχών ανάπτυξης υδατοκαλλιεργειών παρουσιάζει σοβαρά
προβλήματα νομιμότητας, τα οποία πρέπει να ρυθμιστούν από τη διοίκηση. Τα ίδια
προβλήματα νομιμότητας και μάλιστα σε πιο οξυμένη μορφή εντοπίζονται στο
ρυθμιστικό πλαίσιο για την άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ατομικών
υδατοκαλλιεργειών ( ν. 4282/2014). Όπως γνωρίζετε, η εν λόγω άδεια λαμβάνεται
κατά στάδια, όπως προβλέπεται στο άρθρο 21 του ν. 4282/2014, αρχής γενομένης
από την προέγκριση μίσθωσης με την οποία προσδιορίζεται η υδάτινη έκταση στην
οποία θα αναπτυχθεί η υδατοκαλλιέργεια. Ακολούθως, μετά από αίτηση του
ενδιαφερόμενου, θα υπάρξει ένα δεύτερο στάδιο, αυτό της διενέργειας της
διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης όπως αυτή ορίζεται στο ν. 4014/2011,
όπως αυτός τροποποιήθηκε και ισχύει. Με το πέρας της ως άνω διαδικασίας
εκδίδεται η περιβαλλοντική άδεια (ΑΕΠΟ ή ΠΠΔ). Μετά την έκδοση της
περιβαλλοντικής άδειας ακολουθεί το τρίτο στάδιο της διαδικασίας το οποίο
καταλήγει στη χορήγηση της έγκρισης ίδρυσης πλωτής μονάδας υδατοκαλλιέργειας.
Στην εν λόγω έγκριση περιλαμβάνεται και η παραχώρηση της
χρήσης της υδάτινης έκτασης (σύμβαση μίσθωσης), όπως αυτή καθορίστηκε στην
προέγκριση μίσθωσης.
Κατ’ αρχάς θα πρέπει να τονιστεί ότι, στην περίπτωση της
αδειοδότησης των υδατοκαλλιεργειών, είναι κρίσιμης σημασίας η έννοια του όρου
«άδεια». Κατά τους όρους του άρθρου 1(2)(γ) της οδηγίας 2011/92 για την
εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων (στο εξής: οδηγία ΕΠΕ) «άδεια» είναι η
απόφαση τής ή των αρμόδιων αρχών που δίνει το δικαίωμα στον κύριο του έργου να
πραγματοποιήσει το έργο. Η έννοια του όρου «άδεια» παραμένει κοινοτική έννοια
και κατά συνέπεια ο χαρακτηρισμός μιας απόφασης ως «άδειας» πρέπει να γίνεται
σε συμφωνία με το κοινοτικό (ενωσιακό) δίκαιο1. Ειδικότερα, το ΔΕΕ έκρινε ότι:
‘‘η διάταξη του άρθρου 1(2)(γ) αναφέρεται στη (λαμβανόμενη
άπαξ ή κατά στάδια) απόφαση η οποία επιτρέπει στον κύριο του έργου να αρχίσει
τις εργασίες.’’2
Επειδή η έννοια της κατά στάδια άδειας παρουσιάζει μεγάλο
πρακτικό ενδιαφέρον δεδομένου ότι σε πολλά κράτη μέλη η αδειοδότηση δεν γίνεται
άπαξ αλλά κατά στάδια, ανάλογα με τη φύση του έργου, όπως π.χ. συμβαίνει με τις
υδατοκαλλιέργειες. Το ΔΕΕ έχει ασχοληθεί επανειλημμένα και έχει διευκρινίσει
κρίσιμες παραμέτρους της έννοιας της κατά στάδια άδειας. Έτσι, σύμφωνα με το
Δικαστήριο, όταν μια άδεια χορηγείται κατά στάδια, σε κάθε στάδιο επιβάλλεται η
πραγματοποίηση της Εκτίμησης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων με την επισήμανση,
όμως, ότι στην κατά στάδια χορήγηση της άδειας το ένα εκ των οποίων αποτελεί
την κύρια απόφαση και το δεύτερο την εκτελεστική απόφαση, η Εκτίμηση
Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων διενεργείται, κατά κανόνα, στο πλαίσιο της
διαδικασίας που αφορά την κύρια απόφαση. Μόνο αν οι επιπτώσεις δεν
επισημάνθηκαν ή δεν μπορούν να επισημανθούν παρά κατά τη διαδικασία της
εκτελεστικής απόφασης, πρέπει να γίνεται η εκτίμηση στα πλαίσια της τελευταίας
αυτής διαδικασίας. Με αφορμή τη νομολογία του
Δικαστηρίου, η Επιτροπή τονίζει ότι στην κατά στάδια άδεια,
στο ύστερο ή στο τελευταίο στάδιο “η Εκτίμηση Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων θα
πρέπει να είναι συνολική, έτσι ώστε να σχετίζεται με όλες τις πλευρές του έργου
οι οποίες είτε δεν υποβλήθηκαν σε εκτίμηση είτε απαιτούν μια νέα
εκτίμηση."
Επειδή, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως η άδεια για τις
υδατοκαλλιέργειες λαμβάνεται κατά στάδια, όπως προβλέπεται στο άρθρο 21 του ν.
4282/2014, αρχής γενομένης από την προέγκριση μίσθωσης με την οποία
προσδιορίζεται η υδάτινη έκταση στην οποία θα αναπτυχθεί η υδατοκαλλιέργεια.
Για την ολοκλήρωση της εν λόγω κατά στάδια λαμβανόμενης άδειας απαιτείται,
μεταξύ άλλων, η εξέταση και εκτίμηση των περιβαλλοντικών και άλλων επιπτώσεων.
Όπως ήδη τονίστηκε και λαμβάνοντας υπόψη τη νομολογία του ΔΕΕ, η κύρια απόφαση
εν προκειμένω είναι αυτή που καθορίζει τον θαλάσσιο χώρο για την ίδρυση της
μονάδας υδατοκαλλιέργειας. Με άλλες λέξεις, το εν λόγω στάδιο δηλαδή αυτό της
προέγκρισης μίσθωσης υδάτινων εκτάσεων είναι το σημαντικότερο της όλης
διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης της μονάδας υδατοκαλλιέργειας και ως
εκ τούτου σε αυτό το στάδιο θα πρέπει να υπάρξει η εκτίμηση περιβαλλοντικών
επιπτώσεων. Σύμφωνα με τη νομολογία του ΔΕΕ “μόνο αν οι επιπτώσεις δεν
επισημάνθηκαν ή δεν μπορούν να επισημανθούν παρά κατά τη διαδικασία της
εκτελεστικής απόφασης, πρέπει να γίνεται η εκτίμηση στα πλαίσια της τελευταίας
αυτής
διαδικασίας”.
Στην περίπτωση των υδατοκαλλιεργειών, ο καθορισμός της
θαλάσσιας περιοχής ίδρυσης της μονάδας υδατοκαλλιέργειας γίνεται με την
προέγκριση μίσθωσης χωρίς ωστόσο να έχει προηγηθεί εκτίμηση περιβαλλοντικών
επιπτώσεων όπως απαιτούν τα άρθρα 2 και 4 της οδηγίας 2011/92 και το άρθρο 6
της σύμβασης Aarhus. Ειδικότερα, με την προέγκριση μίσθωσης καθορίζεται η
υδάτινη έκταση εγκατάστασης της μονάδας υδατοκαλλιέργειας και η ΜΠΕ που θα
ακολουθήσει θα αφορά αποκλειστικά την καθορισθείσα με την προέγκριση μίσθωσης
υδάτινη έκταση (άρθρο 21, πας. 1 ν. 2842/2014). Η εμπειρία έχει δείξει ότι
ουδέποτε τροποποιήθηκαν τα όρια της υδάτινης έκτασης για την οποία συνήφθη η
μίσθωση έγκρισης κατά το ύστερο στάδιο της έγκρισης ίδρυσης της μονάδας
υδατοκαλλιέργειας.
Όπως ορίζεται στο άρθρο 4, παρ. 3 β) και στο άρθρο 21 παρ. 1 και 2 του ν.
4282/2014, η προέγκριση μίσθωσης υδάτινης έκτασης -η οποία συνιστά ταυτόχρονα
και οριοθέτησή της - αποτελεί, όπως ήδη ειπώθηκε, προϋπόθεση για την έναρξη της
διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης. Το άρθρο 6 παρ. 4 της οδηγίας
2011/922 για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορίζει ότι “Στο
ενδιαφερόμενο κοινό παρέχονται έγκαιρα και πραγματικά δυνατότητες να
συμμετάσχει στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων σχετικά με το περιβάλλον που
αναφέρονται στο άρθρο 2, παράγραφος 2 και, για τον σκοπό αυτό, έχει το δικαίωμα
να διατυπώνει παρατηρήσεις και γνώμες, όταν όλες οι επιλογές είναι ακόμη
δυνατές, στην αρμόδια αρχή ή αρχές πριν από τη λήψη της απόφασης για τη
συναίνεση ανάπτυξης.”
Το άρθρο 6, παρ. 2 της σύμβασης Aarhus ορίζει ότι “το
ενδιαφερόμενο κοινό́ ενημερώνεται, είτε με δημόσια ανακοίνωση, είτε μεμονωμένα,
όπως ενδείκνυται, σε πρώιμο στάδιο της διαδικασίας λήψεως περιβαλλοντικών
αποφάσεων και κατά́ κατάλληλο, έγκαιρο και αποτελεσματικό́ τρόπο.” Το δε άρθρο
6 παρ. 4 της ίδιας σύμβασης Aarhus ορίζει ότι “Κάθε μέρος προβλέπει πρώιμη
συμμετοχή́ του κοινού́, όταν είναι ανοικτές όλες οι επιλογές και μπορεί́ να
λάβει χώρα πραγματική́ συμμετοχή́ του κοινού́.” Σύμφωνα, λοιπόν, με τις ως άνω
ρυθμίσεις, η προέγκριση μίσθωσης -που συνιστά ταυτόχρονα και οριοθέτηση της
υδάτινης έκτασης- και η οποία έγινε χωρίς να έχει προηγηθεί η διαδικασία της
διαβούλευσης, παραβιάζει τις ως άνω διατάξεις. Τούτο συμβαίνει διότι η
προβλεπόμενη από το νόμο 4282/2014 ύστερη συμμετοχή (μετά από την προέγκριση
μίσθωσης) δεν διενεργείται “όταν είναι ανοικτές όλες οι επιλογές” καθόσον η
βασικότερη επιλογή που αφορά την οριοθέτηση της υδάτινης έκτασης είναι εκτός
του αντικειμένου της προβλεπόμενης, από τις οικείες ρυθμίσεις, διαβούλευσης.
Η τήρηση όλων των προϋποθέσεων που τίθενται από την οδηγία
2011/92 και τη σύμβαση Aarhus γίνεται ακόμη επιτακτικότερη στη συγκεκριμένη
περίπτωση που μάς αφορά διότι η ίδρυση μονάδων υδατοκαλλιέργειας θα υλοποιηθεί
σε θαλάσσια περιοχή (ΠΑΥ ΣΤΟΜΙΟΥ) στην οποία δεν ορίστηκαν ΠΟΑΥ και, κατά
συνέπεια, δεν συντάχθηκε ΣΜΠΕ ώστε να γνωρίζουμε τις επιπτώσεις στο θαλάσσιο
περιβάλλον και στο βυθό τους και κατά πόσο είναι εφικτή η έκδοση προεδρικού
διατάγματος για την οικεία ΠΟΑΥ. Πολλώ δε μάλλον που η εν λόγω περιοχή αποτελεί
προστατευόμενη περιοχή, ενταγμένη στο δίκτυο Natura 2000 (ZEΠ GR1420015 Δέλτα
Πηνειού.) Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε πολλά ΚΜ της ΕΕ δεν προβλέπεται το
στάδιο της προέγκρισης μίσθωσης αλλά μια διαδικασία η οποία αρχίζει με την
κατάθεση της αίτησης από τον ενδιαφερόμενο στην οποία αναφέρονται ο
προτεινόμενος θαλάσσιος χώρος και τίθεται σε εφαρμογή η διαδικασία της
περιβαλλοντικής αδειοδότησης.
Για τους λόγους που αναπτύχθηκαν παραπάνω, δεν μπορεί να
εκδοθεί άδεια ίδρυσης μονάδων υδατοκαλλιέργειας στην ΠΑΥ ΣΤΟΜΙΟΥ διότι δεν
εκπληρώνονται οι προϋποθέσεις που θέτει η νομοθεσία της ΕΕ. Παράλληλα, θα
πρέπει να ξεκινήσετε τη διαδικασία καθορισμού ΠΟΑΥ εντός της ΠΑΥ ΣΤΟΜΙΟΥ,
σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΕΠΧΣΑΑ για τις υδατοκαλλιέργειες.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.